Φρ. Ένγκελς
Η ΙΡΛΑΝΔΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ.
Έχουμε ήδη αναφερθεί, με άλλες ευκαιρίες, στους Ιρλανδούς που έχουν μεταναστεύσει στην Αγγλία και θα πρέπει τώρα να ερευνήσουμε περισσότερο τις αιτίες και τα αποτελέσματα αυτής της μετανάστευσης.
Η ραγδαία επέκταση της αγγλικής βιομηχανίας δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί εάν η Αγγλία δεν είχε στην διάθεση της, σαν εφεδρεία, τον πολυάριθμο και εξαθλιωμένο πληθυσμό της Ιρλανδίας. Στην πατρίδα τους οι Ιρλανδοί δεν είχαν τίποτα να χάσουν, ενώ στην Αγγλία είχαν πολλά να κερδίσουν. Και απ’ την ώρα που έγινε γνωστό στην Ιρλανδία ότι στη ανατολική ακτή του καναλιού του Αγίου Γεωργίου προσφέρεται σταθερή δουλειά και καλό μεροκάματο για γερά χέρια, χρόνο με το χρόνο το διαβαίνουν στρατιές Ιρλανδών.
Υπολογίζεται ότι πάνω από ένα εκατομμύριο έχει ήδη μεταναστεύσει, και συνεχίζουν ακόμα να περνούν κάπου πενήντα χιλιάδες το χρόνο, και σχεδόν όλοι κατευθύνονται στις βιομηχανικές ζώνες, ειδικά στις μεγάλες πόλεις, συγκροτώντας την πιο παρακατιανή τάξη του πληθυσμού. 120.000 φτωχοί Ιρλανδοί ζουν στο Λονδίνο, στο Μάντσεστερ 40.000, στο Λίβερπουλ 34.000, στο Μπρίστολ 24.000, στην Γλασκόβη 40.000, στο Εδιμβούργο 29.000. Αυτοί οι άνθρωποι, που μεγάλωσαν σχεδόν χωρίς πολιτισμό, εξοικειωμένοι απ’ την νεαρή τους ηλικία σε κάθε είδους στερήσεις, απελέκητοι, αχαλίνωτοι και αδιάφοροι για το μέλλον, φέρνουν όλες τις βάναυσες συνήθειές τους μέσα σε μια τάξη του αγγλικού πληθυσμού που, είναι αλήθεια, λίγο κίνητρο έχει να καλλιεργήσει τη μόρφωση και την ηθική. Ας ακούσουμε τον Τόμας Καρλάιλ πάνω σε αυτό το θέμα:
«Σε όλους τους μεγάλους δρόμους και τις παρόδους σας υποδέχονται πρόσωπα με τα άγρια «μιλεσιανά»(δηλ κελτικά - βλ. σημ) χαρακτηριστικά, που σας κοιτάζουν κουτοπόνηρα, παράξενα, ανήσυχα, μίζερα, και χλευαστικά. Ο Άγγλος αμαξάς, περνώντας με τ’ αμάξι του αστράφτει στον Μιλεσιανό μια καμουτσιά, τον καταριέται με την γλώσσα του και ο Μιλεσιανός προτείνει το καπέλο του για να ζητιανέψει.
Αντιπροσωπεύει το χειρότερο κακό που έχει να πολεμήσει αυτή η χώρα. Ντυμένος στα κουρέλια του και γελώντας πρωτόγονα είναι έτοιμος ν’ αναλάβει κάθε δουλειά για την οποία δεν χρειάζεται παρά γερά μπράτσα και ράχη, για ένα μεροκάματο που φτάνει μόνο ν’ αγοράσει πατάτες. Για καρύκευμα του αρκεί μόνο το αλάτι, κοιμάται πανευτυχής στο πρώτο χοιροστάσιο ή σκυλόσπιτο που θα του τύχει, κουρνιάζει σε κάποια αποθηκούλα, και φορά ένα κοστούμι από κουρέλια, που το να το φορέσει κανείς ή να το βγάλει από πάνω του λέγεται ότι είναι μια δύσκολη επιχείρηση, που αναλαμβάνεται μόνο σε γιορτές ή σε ιδιαίτερες περιστάσεις.
Ο Σάξονας, αν δεν μπορεί να δουλέψει μ’ αυτούς τους όρους δε βρίσκει δουλειά. Ο απολίτιστος Ιρλανδός, όχι χάρη στη δύναμή του, αλλά χάρη στο αντίθετο της δύναμης, εκτοπίζει τον ντόπιο Σάξονα και καταλαμβάνει την θέση του. Έτσι συντηρείται στο χάλι του, την αθλιότητα, και τον παραλογισμό του, στην απάτη και τη βία του μεθύστακα, έτοιμη μαγιά ξεπεσμού και αναταραχής. Οποιοσδήποτε με δυσκολία αγωνίζεται να σταθεί κολυμπώντας στην επιφάνεια, μπορεί τώρα να γνωρίσει ένα παράδειγμα πως ο άνθρωπος μπορεί να υπάρξει όχι κολυμπώντας, αλλά βυθισμένος ...
Γι’ αυτό οι συνθήκες ζωής στα κατώτερα στρώματα των Άγγλων χειρωνακτών εργατών προσεγγίζουν όλο και περισσότερο σε αυτές των Ιρλανδών, καθώς ανταγωνίζονται μαζί τους σε όλες τις αγορές εργασίας: Έτσι κάθε εργασία, που απαιτεί μόνο δύναμη και ελάχιστη ειδίκευση πρέπει να γίνει, και γίνεται, όχι με το αγγλικό μεροκάματο αλλά με ένα μεροκάματο που ξεπερνά το ιρλανδικό, που το ξεπερνά δηλαδή τόσο όσο χρειάζεται κανείς για να λιμοκτονεί τρώγοντας πατάτες για τριάντα εβδομάδες το χρόνο, μα που κάθε ώρα που περνά, με την άφιξη κάθε νέου ατμόπλοιου, τείνει να εξισωθεί εντελώς».
Αν εξαιρέσουμε την υπερβολική και μονόπλευρη καταδίκη του ιρλανδικού εθνικού χαρακτήρα, ο Καρλάιλ έχει εδώ απόλυτα δίκιο. Αυτοί οι Ιρλανδοί που μεταναστεύουν για τέσσερις πένες στην Αγγλία, στριμωγμένοι συνήθως σα βόδια στο κατάστρωμα ενός ατμόπλοιου, εγκαθίστανται οπουδήποτε. Οι χειρότερες κατοικίες είναι αρκετά καλές γι’ αυτούς, λίγο τους απασχολούν τα ρούχα τους, αρκεί να συγκρατεί τα κουρέλια τους μια μόνο κλωστή, αγνοούν την χρήση των παπουτσιών, τρέφονται αποκλειστικά με πατάτες, κι’ ότι παραπάνω κερδίζουν το ξοδεύουν στο ποτό. Τι να τους κάνει μια τέτοια ράτσα τους υψηλούς μισθούς;
Οι χειρότερες συνοικίες των μεγάλων πόλεων κατοικούνται από τους Ιρλανδούς. Όποτε μια συνοικία διακρίνεται για την ιδιαίτερη βρωμιά της και τα ερείπια της, ο παρατηρητής σίγουρα θα συναντήσει σ’ αυτήν κυρίως εκείνα τα κελτικά πρόσωπα που διακρίνονται απ’ τις σαξονικές φυσιογνωμίες των ντόπιων με την πρώτη ματιά, και θ’ ακούσει αυτή την τραγουδιστή και βαριά προφορά που ο γνήσιος Ιρλανδός ποτέ δεν χάνει. Έχω ακούσει περιστασιακά την κέλτο-ιρλανδική γλώσσα να μιλιέται στις πυκνοκατοικημένες συνοικίες του Μάντσεστερ. Η πλειοψηφία από τις οικογένειες που ζουν σε υπόγεια είναι σχεδόν παντού ιρλανδικής καταγωγής.
Με λίγα λόγια, όπως λέει ο Δρ Κέυ, οι Ιρλανδοί ανακάλυψαν το ελάχιστο των βιοτικών αναγκών, και το μαθαίνουν τώρα στους άγγλους εργαζομένους.
Επίσης έφεραν μαζί τους την βρωμιά και τον αλκοολισμό. Η έλλειψη καθαριότητας, που είναι η δεύτερη φύση του Ιρλανδού και δεν είναι τόσο επιβλαβής στη χώρα τους, στην ύπαιθρο όπου ο πληθυσμός είναι διεσπαρμένος, γίνεται τρομακτικά και σοβαρά επικίνδυνη στις πυκνά κατοικημένες μεγάλες πόλεις. Όπως συνηθίζει να το κάνει στην πατρίδα του, ο Μιλεσιανός αδειάζει όλα τα σκουπίδια του και τη βρωμιά μπροστά στην πόρτα του και δημιουργεί βόρβορους και σωρούς από κοπριές, που βρωμίζουν την εργατική συνοικία και μολύνουν την ατμόσφαιρα. Χτίζει το χοιροστάσιο του στους τοίχους των σπιτιών, όπως το έκανε στην πατρίδα του, και εάν τον εμποδίσουν να το κάνει αφήνει τα γουρούνια να κοιμηθούν στο δωμάτιο μαζί του.
Αυτή η νέα και αφύσικη μέθοδος κτηνοτροφίας στις πόλεις είναι αποκλειστικά ιρλανδικής προέλευσης. Ο Ιρλανδός αγαπά το γουρούνι του όπως ο Άραβας το άλογο του, με τη διαφορά ότι το πουλά όταν είναι αρκετά παχύ για σφάξιμο. Κατά τ’ άλλα, τρώει μαζί με το γουρούνι του, κοιμάται μαζί του, τα παιδιά του παίζουν με το γουρούνι, ανεβαίνουν στην πλάτη του, και κυλιόνται μαζί του στους σωρούς από κοπριά, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε σε χιλιάδες περιπτώσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Αγγλίας. Είναι αδύνατο να περιγράψει κανείς την βρωμιά και την έλλειψη ανέσεων που επικρατεί στα σπίτια τους. Ο Ιρλανδός δεν είναι συνηθισμένος στα έπιπλα, ένας σωρός άχυρα, μερικά κουρέλια, εντελώς άχρηστα σα ρουχισμός, του αρκούν για το νυχτερινό του κρεβάτι. Ένα κούτσουρο, μια σπασμένη καρέκλα, ένα παλαιό κασόνι για τραπέζι -τίποτε περισσότερο δεν χρειάζεται- μια τσαγιέρα, μερικές πήλινες κούπες και πιάτα εξοπλίζουν την κουζίνα του, η οποία είναι επίσης το υπνοδωμάτιο και το καθιστικό του. Όταν του λείπουν τα καύσιμα καίει ότι βρεθεί μπροστά του, καρέκλες, τις κάσες απ’ τις πόρτες, τα διακοσμητικά σανιδώματα του τοίχου, τα πατώματα, όλα παίρνουν το δρόμο για το τζάκι.
Επιπλέον, γιατί να του χρειαστεί περισσότερος χώρος; Στην πατρίδα του η πλινθόκτιστη καλύβα του είχε ένα μόνο δωμάτιο για όλες τις οικιακές χρήσεις, άρα στην Αγγλία η οικογένειά του δεν έχει ανάγκη από περισσότερα δωμάτια. Έτσι η συνήθεια να στοιβάζονται πολλά άτομα σε ένα μόνο δωμάτιο, που τόσο διαδομένη είναι σήμερα, έχει την ρίζα της κυρίως στην ιρλανδική μετανάστευση.
Και επειδή ο φτωχός διάβολος πρέπει να έχει και κάποια ευχαρίστηση, και η κοινωνία τον έχει αποκλείσει από όλες τις άλλες, οδηγεί τον εαυτό του στην κατανάλωση του οινοπνεύματος. Το ποτό είναι το μόνο πράγμα που κάνει ανεκτή τη ζωή του Ιρλανδού, το ποτό και η κεφάτη και ανέμελη ιδιοσυγκρασία του, έτσι ξεφαντώνει στο ποτό ως το σημείο της πιο κτηνώδους μέθης. Ο νότιος και ανέμελος χαρακτήρας του Ιρλανδού, η απελέκητη φύση του, που τον τοποθετεί σε επίπεδο ελάχιστα πάνω απ’ τον άγριο, η περιφρόνησή του για κάθε ανθρώπινη ευχαρίστηση την οποία, καθώς είναι απελέκητος είναι και ανίκανος να την νιώσει, η βρωμιά και η φτώχια του ευνοούν τον αλκοολισμό του. Ο πειρασμός είναι μεγάλος, δεν μπορεί να του αντισταθεί, και έτσι όταν έχει χρήματα τα ξεφορτώνεται στο λαρύγγι του. Τι άλλο να κάνει; Και πως μπορεί η κοινωνία να τον κατηγορήσει όταν τον φέρνει σ’ αυτή την θέση και κάνει σχεδόν αναπόφευκτο να καταλήξει ένας μέθυσος, όταν τον εγκαταλείπει στον πρωτογονισμό του;
Έναν τέτοιο ανταγωνιστή έχει να αντιμετωπίσει ο Άγγλος εργάτης, ένα ανταγωνιστή που κατέχει τη χαμηλότερη βαθμίδα της κλίμακας που μπορεί να υπάρχει σε μια πολιτισμένη χώρα και που ακριβώς για αυτόν τον λόγο, αρκείται σ’ ένα μεροκάματο κατώτερο απ’ οποιουδήποτε άλλου εργάτη. Επομένως, όπως λέει ο Καρλάιλ, δεν μπορεί να συμβαίνει διαφορετικά παρά το μεροκάματο του Άγγλου εργάτη, σ’ όλους τους κλάδους όπου μπορεί να τον συναγωνιστεί ο Ιρλανδός, πέφτει όλο και περισσότερο. Και αυτοί οι κλάδοι είναι πολλοί.
Όλοι οι κλάδοι στους οποίους απαιτείται ελάχιστη ή καθόλου τεχνική κατάρτιση είναι ανοικτοί στους Ιρλανδούς. Για δουλειές στις οποίες απαιτείται μακρόχρονη ειδίκευση ή μεθοδικότητα και επίμονη προσπάθεια, ο ασυνάρτητος, άστατος και μέθυσος Ιρλανδός είναι ιδιαίτερα ανεπαρκής. Για να γίνει μηχανικός, χειριστής εργαλειο-μηχανής, θα πρέπει να προσαρμοστεί στον αγγλικό πολιτισμό, στα αγγλικά ήθη, να γίνει ουσιαστικά Εγγλέζος.
Όμως για εργασία πιο απλή, με λιγότερη ακρίβεια, οπουδήποτε απαιτείται περισσότερο δύναμη παρά ικανότητα, ο Ιρλανδός είναι τόσο καλός όσο ο Άγγλος. Τέτοια επαγγέλματα έχουν κατακλυστεί από τους Ιρλανδούς. Χειρώνακτες-υφαντές, πλινθοκτίστες, χαμάληδες, αυτοί οι εργάτες που ψάχνουν γενικά για ένα μεροκάματο κ.λ.π., αριθμούν ολόκληρες ορδές Ιρλανδών και η πίεση αυτής της ράτσας συνετέλεσε, σε μεγάλο βαθμό να συμπιεστούν τα μεροκάματα και να υποβαθμιστεί η ίδια η εργατική τάξη.
Κι αν ακόμα οι Ιρλανδοί που επέβαλαν την δική τους νοοτροπία σε διάφορα επαγγέλματα γινόντουσαν περισσότερο πολιτισμένοι, θα τους έμεναν αρκετές απ’ τις παλιές τους συνήθειες για να ασκούν στους Άγγλους συναδέλφους τους, μέσα στους χώρους δουλειάς, μια εκφυλιστική επιρροή –χωρίς να λογαριάσουμε την επιρροή του ίδιου του ιρλανδέζικου περιβάλλοντος.
Γιατί, αν λάβουμε υπόψη ότι σε κάθε πόλη, το ένα πέμπτο ή το ένα τέταρτο των εργατών είναι Ιρλανδοί ή παιδιά Ιρλανδών που ανατράφηκαν στις συνθήκες της ιρλανδέζικης βρωμιάς, κανείς δεν θα πρέπει να εκπλήσσεται όταν συναντά στη ζωή, στις συνήθειες, στο πνευματικό και ηθικό της επίπεδο, κοντολογίς στον χαρακτήρα, γενικά, της εργατικής τάξης, ένα σημαντικό μέρος απ’ τα ιρλανδέζικα χαρακτηριστικά. Αντίθετα είναι εύκολο να καταλάβουμε πως η εξευτελιστική θέση των Άγγλων εργατών, αποτέλεσμα της σύγχρονης ιστορίας μας και των άμεσων συνεπειών της, γίνεται ακόμα πιο εξευτελιστική από την παρουσία του ιρλανδέζικου ανταγωνισμού.
«Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία» - 1845
(*)Μιλς είναι το όνομα των παλιών Κελτών βασιλέων της Ιρλανδίας. (Σημείωση του Ένγκελς).
Καρλ Μαρξ
ΜΙΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ
Εδώ και λίγο καιρό, οι ραφτεργάτες του Λονδίνου ίδρυσαν μια γενική ομοσπονδία για να υποστηρίξουν τα αιτήματά τους εναντίον των εργοδοτών, που στην πλειοψηφία τους είναι μεγαλοκαπιταλιστές. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο ν’ ανέβουν οι μισθοί στα επίπεδα των διαρκώς αυξανόμενων τιμών των μέσων επιβίωσης αλλά να μπει ένα τέλος στην υπερβολικά σκληρή μεταχείριση των εργατών σ’ αυτόν τον κλάδο της βιομηχανίας.
Οι εργοδότες κοίταξαν πως θα ματαιώσουν αυτό το σχέδιο, φέρνοντας εργάτες από το Βέλγιο, τη Γαλλία και την Ελβετία. Πάνω σ’ αυτό το θέμα, το Κεντρικό Συμβούλιο της Διεθνούς Ένωσης Εργατών δημοσίευσε στις βελγικές, γαλλικές και ελβετικές εφημερίδες μια προειδοποίηση, η οποία είχε πλήρη επιτυχία.
Η μανούβρα των εργοδοτών του Λονδίνου απέτυχε. Αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και ν’ ανταποκριθούν στα δίκαια αιτήματα των εργατών.
Έχοντας ηττηθεί στην Αγγλία, οι εργοδότες προσπαθούν τώρα να πάρουν αντίμετρα, ξεκινώντας από την Σκωτία. Σαν αποτέλεσμα των όσων συνέβησαν στο Λονδίνο, αναγκάστηκαν αρχικά και στο Εδιμβούργο να συμφωνήσουν σε μια αύξηση μισθών 15%.
Την ίδια στιγμή όμως έστειλαν μυστικά στην Γερμανία ανθρώπους για να στρατολογήσουν εργάτες, ειδικά από τις περιοχές του Ανόβερου και του Μεκλεμβούργου, και να τους φέρουν στο Εδιμβούργο. Η πρώτη ομάδα έχει ήδη μεταφερθεί.
Ο σκοπός αυτής της εισαγωγής εργατών είναι ο ίδιος με την εισαγωγή Ινδών κούληδων στην Τζαμάικα, δηλαδή η διατήρηση της δουλείας. Αν οι εργοδότες του Εδιμβούργου πετύχουν, μέσω της εισαγωγής Γερμανών εργατών, να εξουδετερώσουν τις παραχωρήσεις που ήδη έχουν κάνει, αυτό θα έχει αναπόφευκτα τον αντίκτυπό του και στην Αγγλία.
Κι αυτοί που θα υποφέρουν περισσότερο θα είναι οι ίδιοι οι Γερμανοί εργάτες, που στην Μεγάλη Βρετανία είναι περισσότεροι από τους εργάτες των άλλων εθνών της Ηπειρωτικής Ευρώπης. Αυτοί οι ίδιοι οι νεο-εισαγόμενοι εργάτες, όντας τελείως αβοήθητοι σε μια ξένη χώρα, θα βυθιστούν σύντομα στο επίπεδο του παρία.
Είναι ζήτημα τιμής για τους Γερμανούς εργάτες να αποδείξουν στους εργάτες των υπόλοιπων χωρών ότι και αυτοί, όπως οι αδελφοί τους στην Γαλλία, στο Βέλγιο και στην Ελβετία, γνωρίζουν πως να υπερασπιστούν τα κοινά συμφέροντα της τάξης τους και δεν θα γίνουν μισθοφόροι του κεφαλαίου στον αγώνα του ενάντια στην εργατική τάξη..
Για λογαριασμό του Κεντρικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργατών
Καρλ Μαρξ,
Λονδίνο, 4 Μαΐου 1866
Πατάρι, Πέμπτη, 20 Αυγούστου 2009 (''Αντιρατσιστες'' παρτε Ενγκελς.)
Η ΙΡΛΑΝΔΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ.
Έχουμε ήδη αναφερθεί, με άλλες ευκαιρίες, στους Ιρλανδούς που έχουν μεταναστεύσει στην Αγγλία και θα πρέπει τώρα να ερευνήσουμε περισσότερο τις αιτίες και τα αποτελέσματα αυτής της μετανάστευσης.
Η ραγδαία επέκταση της αγγλικής βιομηχανίας δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί εάν η Αγγλία δεν είχε στην διάθεση της, σαν εφεδρεία, τον πολυάριθμο και εξαθλιωμένο πληθυσμό της Ιρλανδίας. Στην πατρίδα τους οι Ιρλανδοί δεν είχαν τίποτα να χάσουν, ενώ στην Αγγλία είχαν πολλά να κερδίσουν. Και απ’ την ώρα που έγινε γνωστό στην Ιρλανδία ότι στη ανατολική ακτή του καναλιού του Αγίου Γεωργίου προσφέρεται σταθερή δουλειά και καλό μεροκάματο για γερά χέρια, χρόνο με το χρόνο το διαβαίνουν στρατιές Ιρλανδών.
Υπολογίζεται ότι πάνω από ένα εκατομμύριο έχει ήδη μεταναστεύσει, και συνεχίζουν ακόμα να περνούν κάπου πενήντα χιλιάδες το χρόνο, και σχεδόν όλοι κατευθύνονται στις βιομηχανικές ζώνες, ειδικά στις μεγάλες πόλεις, συγκροτώντας την πιο παρακατιανή τάξη του πληθυσμού. 120.000 φτωχοί Ιρλανδοί ζουν στο Λονδίνο, στο Μάντσεστερ 40.000, στο Λίβερπουλ 34.000, στο Μπρίστολ 24.000, στην Γλασκόβη 40.000, στο Εδιμβούργο 29.000. Αυτοί οι άνθρωποι, που μεγάλωσαν σχεδόν χωρίς πολιτισμό, εξοικειωμένοι απ’ την νεαρή τους ηλικία σε κάθε είδους στερήσεις, απελέκητοι, αχαλίνωτοι και αδιάφοροι για το μέλλον, φέρνουν όλες τις βάναυσες συνήθειές τους μέσα σε μια τάξη του αγγλικού πληθυσμού που, είναι αλήθεια, λίγο κίνητρο έχει να καλλιεργήσει τη μόρφωση και την ηθική. Ας ακούσουμε τον Τόμας Καρλάιλ πάνω σε αυτό το θέμα:
«Σε όλους τους μεγάλους δρόμους και τις παρόδους σας υποδέχονται πρόσωπα με τα άγρια «μιλεσιανά»(δηλ κελτικά - βλ. σημ) χαρακτηριστικά, που σας κοιτάζουν κουτοπόνηρα, παράξενα, ανήσυχα, μίζερα, και χλευαστικά. Ο Άγγλος αμαξάς, περνώντας με τ’ αμάξι του αστράφτει στον Μιλεσιανό μια καμουτσιά, τον καταριέται με την γλώσσα του και ο Μιλεσιανός προτείνει το καπέλο του για να ζητιανέψει.
Αντιπροσωπεύει το χειρότερο κακό που έχει να πολεμήσει αυτή η χώρα. Ντυμένος στα κουρέλια του και γελώντας πρωτόγονα είναι έτοιμος ν’ αναλάβει κάθε δουλειά για την οποία δεν χρειάζεται παρά γερά μπράτσα και ράχη, για ένα μεροκάματο που φτάνει μόνο ν’ αγοράσει πατάτες. Για καρύκευμα του αρκεί μόνο το αλάτι, κοιμάται πανευτυχής στο πρώτο χοιροστάσιο ή σκυλόσπιτο που θα του τύχει, κουρνιάζει σε κάποια αποθηκούλα, και φορά ένα κοστούμι από κουρέλια, που το να το φορέσει κανείς ή να το βγάλει από πάνω του λέγεται ότι είναι μια δύσκολη επιχείρηση, που αναλαμβάνεται μόνο σε γιορτές ή σε ιδιαίτερες περιστάσεις.
Ο Σάξονας, αν δεν μπορεί να δουλέψει μ’ αυτούς τους όρους δε βρίσκει δουλειά. Ο απολίτιστος Ιρλανδός, όχι χάρη στη δύναμή του, αλλά χάρη στο αντίθετο της δύναμης, εκτοπίζει τον ντόπιο Σάξονα και καταλαμβάνει την θέση του. Έτσι συντηρείται στο χάλι του, την αθλιότητα, και τον παραλογισμό του, στην απάτη και τη βία του μεθύστακα, έτοιμη μαγιά ξεπεσμού και αναταραχής. Οποιοσδήποτε με δυσκολία αγωνίζεται να σταθεί κολυμπώντας στην επιφάνεια, μπορεί τώρα να γνωρίσει ένα παράδειγμα πως ο άνθρωπος μπορεί να υπάρξει όχι κολυμπώντας, αλλά βυθισμένος ...
Γι’ αυτό οι συνθήκες ζωής στα κατώτερα στρώματα των Άγγλων χειρωνακτών εργατών προσεγγίζουν όλο και περισσότερο σε αυτές των Ιρλανδών, καθώς ανταγωνίζονται μαζί τους σε όλες τις αγορές εργασίας: Έτσι κάθε εργασία, που απαιτεί μόνο δύναμη και ελάχιστη ειδίκευση πρέπει να γίνει, και γίνεται, όχι με το αγγλικό μεροκάματο αλλά με ένα μεροκάματο που ξεπερνά το ιρλανδικό, που το ξεπερνά δηλαδή τόσο όσο χρειάζεται κανείς για να λιμοκτονεί τρώγοντας πατάτες για τριάντα εβδομάδες το χρόνο, μα που κάθε ώρα που περνά, με την άφιξη κάθε νέου ατμόπλοιου, τείνει να εξισωθεί εντελώς».
Αν εξαιρέσουμε την υπερβολική και μονόπλευρη καταδίκη του ιρλανδικού εθνικού χαρακτήρα, ο Καρλάιλ έχει εδώ απόλυτα δίκιο. Αυτοί οι Ιρλανδοί που μεταναστεύουν για τέσσερις πένες στην Αγγλία, στριμωγμένοι συνήθως σα βόδια στο κατάστρωμα ενός ατμόπλοιου, εγκαθίστανται οπουδήποτε. Οι χειρότερες κατοικίες είναι αρκετά καλές γι’ αυτούς, λίγο τους απασχολούν τα ρούχα τους, αρκεί να συγκρατεί τα κουρέλια τους μια μόνο κλωστή, αγνοούν την χρήση των παπουτσιών, τρέφονται αποκλειστικά με πατάτες, κι’ ότι παραπάνω κερδίζουν το ξοδεύουν στο ποτό. Τι να τους κάνει μια τέτοια ράτσα τους υψηλούς μισθούς;
Οι χειρότερες συνοικίες των μεγάλων πόλεων κατοικούνται από τους Ιρλανδούς. Όποτε μια συνοικία διακρίνεται για την ιδιαίτερη βρωμιά της και τα ερείπια της, ο παρατηρητής σίγουρα θα συναντήσει σ’ αυτήν κυρίως εκείνα τα κελτικά πρόσωπα που διακρίνονται απ’ τις σαξονικές φυσιογνωμίες των ντόπιων με την πρώτη ματιά, και θ’ ακούσει αυτή την τραγουδιστή και βαριά προφορά που ο γνήσιος Ιρλανδός ποτέ δεν χάνει. Έχω ακούσει περιστασιακά την κέλτο-ιρλανδική γλώσσα να μιλιέται στις πυκνοκατοικημένες συνοικίες του Μάντσεστερ. Η πλειοψηφία από τις οικογένειες που ζουν σε υπόγεια είναι σχεδόν παντού ιρλανδικής καταγωγής.
Με λίγα λόγια, όπως λέει ο Δρ Κέυ, οι Ιρλανδοί ανακάλυψαν το ελάχιστο των βιοτικών αναγκών, και το μαθαίνουν τώρα στους άγγλους εργαζομένους.
Επίσης έφεραν μαζί τους την βρωμιά και τον αλκοολισμό. Η έλλειψη καθαριότητας, που είναι η δεύτερη φύση του Ιρλανδού και δεν είναι τόσο επιβλαβής στη χώρα τους, στην ύπαιθρο όπου ο πληθυσμός είναι διεσπαρμένος, γίνεται τρομακτικά και σοβαρά επικίνδυνη στις πυκνά κατοικημένες μεγάλες πόλεις. Όπως συνηθίζει να το κάνει στην πατρίδα του, ο Μιλεσιανός αδειάζει όλα τα σκουπίδια του και τη βρωμιά μπροστά στην πόρτα του και δημιουργεί βόρβορους και σωρούς από κοπριές, που βρωμίζουν την εργατική συνοικία και μολύνουν την ατμόσφαιρα. Χτίζει το χοιροστάσιο του στους τοίχους των σπιτιών, όπως το έκανε στην πατρίδα του, και εάν τον εμποδίσουν να το κάνει αφήνει τα γουρούνια να κοιμηθούν στο δωμάτιο μαζί του.
Αυτή η νέα και αφύσικη μέθοδος κτηνοτροφίας στις πόλεις είναι αποκλειστικά ιρλανδικής προέλευσης. Ο Ιρλανδός αγαπά το γουρούνι του όπως ο Άραβας το άλογο του, με τη διαφορά ότι το πουλά όταν είναι αρκετά παχύ για σφάξιμο. Κατά τ’ άλλα, τρώει μαζί με το γουρούνι του, κοιμάται μαζί του, τα παιδιά του παίζουν με το γουρούνι, ανεβαίνουν στην πλάτη του, και κυλιόνται μαζί του στους σωρούς από κοπριά, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε σε χιλιάδες περιπτώσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Αγγλίας. Είναι αδύνατο να περιγράψει κανείς την βρωμιά και την έλλειψη ανέσεων που επικρατεί στα σπίτια τους. Ο Ιρλανδός δεν είναι συνηθισμένος στα έπιπλα, ένας σωρός άχυρα, μερικά κουρέλια, εντελώς άχρηστα σα ρουχισμός, του αρκούν για το νυχτερινό του κρεβάτι. Ένα κούτσουρο, μια σπασμένη καρέκλα, ένα παλαιό κασόνι για τραπέζι -τίποτε περισσότερο δεν χρειάζεται- μια τσαγιέρα, μερικές πήλινες κούπες και πιάτα εξοπλίζουν την κουζίνα του, η οποία είναι επίσης το υπνοδωμάτιο και το καθιστικό του. Όταν του λείπουν τα καύσιμα καίει ότι βρεθεί μπροστά του, καρέκλες, τις κάσες απ’ τις πόρτες, τα διακοσμητικά σανιδώματα του τοίχου, τα πατώματα, όλα παίρνουν το δρόμο για το τζάκι.
Επιπλέον, γιατί να του χρειαστεί περισσότερος χώρος; Στην πατρίδα του η πλινθόκτιστη καλύβα του είχε ένα μόνο δωμάτιο για όλες τις οικιακές χρήσεις, άρα στην Αγγλία η οικογένειά του δεν έχει ανάγκη από περισσότερα δωμάτια. Έτσι η συνήθεια να στοιβάζονται πολλά άτομα σε ένα μόνο δωμάτιο, που τόσο διαδομένη είναι σήμερα, έχει την ρίζα της κυρίως στην ιρλανδική μετανάστευση.
Και επειδή ο φτωχός διάβολος πρέπει να έχει και κάποια ευχαρίστηση, και η κοινωνία τον έχει αποκλείσει από όλες τις άλλες, οδηγεί τον εαυτό του στην κατανάλωση του οινοπνεύματος. Το ποτό είναι το μόνο πράγμα που κάνει ανεκτή τη ζωή του Ιρλανδού, το ποτό και η κεφάτη και ανέμελη ιδιοσυγκρασία του, έτσι ξεφαντώνει στο ποτό ως το σημείο της πιο κτηνώδους μέθης. Ο νότιος και ανέμελος χαρακτήρας του Ιρλανδού, η απελέκητη φύση του, που τον τοποθετεί σε επίπεδο ελάχιστα πάνω απ’ τον άγριο, η περιφρόνησή του για κάθε ανθρώπινη ευχαρίστηση την οποία, καθώς είναι απελέκητος είναι και ανίκανος να την νιώσει, η βρωμιά και η φτώχια του ευνοούν τον αλκοολισμό του. Ο πειρασμός είναι μεγάλος, δεν μπορεί να του αντισταθεί, και έτσι όταν έχει χρήματα τα ξεφορτώνεται στο λαρύγγι του. Τι άλλο να κάνει; Και πως μπορεί η κοινωνία να τον κατηγορήσει όταν τον φέρνει σ’ αυτή την θέση και κάνει σχεδόν αναπόφευκτο να καταλήξει ένας μέθυσος, όταν τον εγκαταλείπει στον πρωτογονισμό του;
Έναν τέτοιο ανταγωνιστή έχει να αντιμετωπίσει ο Άγγλος εργάτης, ένα ανταγωνιστή που κατέχει τη χαμηλότερη βαθμίδα της κλίμακας που μπορεί να υπάρχει σε μια πολιτισμένη χώρα και που ακριβώς για αυτόν τον λόγο, αρκείται σ’ ένα μεροκάματο κατώτερο απ’ οποιουδήποτε άλλου εργάτη. Επομένως, όπως λέει ο Καρλάιλ, δεν μπορεί να συμβαίνει διαφορετικά παρά το μεροκάματο του Άγγλου εργάτη, σ’ όλους τους κλάδους όπου μπορεί να τον συναγωνιστεί ο Ιρλανδός, πέφτει όλο και περισσότερο. Και αυτοί οι κλάδοι είναι πολλοί.
Όλοι οι κλάδοι στους οποίους απαιτείται ελάχιστη ή καθόλου τεχνική κατάρτιση είναι ανοικτοί στους Ιρλανδούς. Για δουλειές στις οποίες απαιτείται μακρόχρονη ειδίκευση ή μεθοδικότητα και επίμονη προσπάθεια, ο ασυνάρτητος, άστατος και μέθυσος Ιρλανδός είναι ιδιαίτερα ανεπαρκής. Για να γίνει μηχανικός, χειριστής εργαλειο-μηχανής, θα πρέπει να προσαρμοστεί στον αγγλικό πολιτισμό, στα αγγλικά ήθη, να γίνει ουσιαστικά Εγγλέζος.
Όμως για εργασία πιο απλή, με λιγότερη ακρίβεια, οπουδήποτε απαιτείται περισσότερο δύναμη παρά ικανότητα, ο Ιρλανδός είναι τόσο καλός όσο ο Άγγλος. Τέτοια επαγγέλματα έχουν κατακλυστεί από τους Ιρλανδούς. Χειρώνακτες-υφαντές, πλινθοκτίστες, χαμάληδες, αυτοί οι εργάτες που ψάχνουν γενικά για ένα μεροκάματο κ.λ.π., αριθμούν ολόκληρες ορδές Ιρλανδών και η πίεση αυτής της ράτσας συνετέλεσε, σε μεγάλο βαθμό να συμπιεστούν τα μεροκάματα και να υποβαθμιστεί η ίδια η εργατική τάξη.
Κι αν ακόμα οι Ιρλανδοί που επέβαλαν την δική τους νοοτροπία σε διάφορα επαγγέλματα γινόντουσαν περισσότερο πολιτισμένοι, θα τους έμεναν αρκετές απ’ τις παλιές τους συνήθειες για να ασκούν στους Άγγλους συναδέλφους τους, μέσα στους χώρους δουλειάς, μια εκφυλιστική επιρροή –χωρίς να λογαριάσουμε την επιρροή του ίδιου του ιρλανδέζικου περιβάλλοντος.
Γιατί, αν λάβουμε υπόψη ότι σε κάθε πόλη, το ένα πέμπτο ή το ένα τέταρτο των εργατών είναι Ιρλανδοί ή παιδιά Ιρλανδών που ανατράφηκαν στις συνθήκες της ιρλανδέζικης βρωμιάς, κανείς δεν θα πρέπει να εκπλήσσεται όταν συναντά στη ζωή, στις συνήθειες, στο πνευματικό και ηθικό της επίπεδο, κοντολογίς στον χαρακτήρα, γενικά, της εργατικής τάξης, ένα σημαντικό μέρος απ’ τα ιρλανδέζικα χαρακτηριστικά. Αντίθετα είναι εύκολο να καταλάβουμε πως η εξευτελιστική θέση των Άγγλων εργατών, αποτέλεσμα της σύγχρονης ιστορίας μας και των άμεσων συνεπειών της, γίνεται ακόμα πιο εξευτελιστική από την παρουσία του ιρλανδέζικου ανταγωνισμού.
«Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία» - 1845
(*)Μιλς είναι το όνομα των παλιών Κελτών βασιλέων της Ιρλανδίας. (Σημείωση του Ένγκελς).
Καρλ Μαρξ
ΜΙΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ
Εδώ και λίγο καιρό, οι ραφτεργάτες του Λονδίνου ίδρυσαν μια γενική ομοσπονδία για να υποστηρίξουν τα αιτήματά τους εναντίον των εργοδοτών, που στην πλειοψηφία τους είναι μεγαλοκαπιταλιστές. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο ν’ ανέβουν οι μισθοί στα επίπεδα των διαρκώς αυξανόμενων τιμών των μέσων επιβίωσης αλλά να μπει ένα τέλος στην υπερβολικά σκληρή μεταχείριση των εργατών σ’ αυτόν τον κλάδο της βιομηχανίας.
Οι εργοδότες κοίταξαν πως θα ματαιώσουν αυτό το σχέδιο, φέρνοντας εργάτες από το Βέλγιο, τη Γαλλία και την Ελβετία. Πάνω σ’ αυτό το θέμα, το Κεντρικό Συμβούλιο της Διεθνούς Ένωσης Εργατών δημοσίευσε στις βελγικές, γαλλικές και ελβετικές εφημερίδες μια προειδοποίηση, η οποία είχε πλήρη επιτυχία.
Η μανούβρα των εργοδοτών του Λονδίνου απέτυχε. Αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και ν’ ανταποκριθούν στα δίκαια αιτήματα των εργατών.
Έχοντας ηττηθεί στην Αγγλία, οι εργοδότες προσπαθούν τώρα να πάρουν αντίμετρα, ξεκινώντας από την Σκωτία. Σαν αποτέλεσμα των όσων συνέβησαν στο Λονδίνο, αναγκάστηκαν αρχικά και στο Εδιμβούργο να συμφωνήσουν σε μια αύξηση μισθών 15%.
Την ίδια στιγμή όμως έστειλαν μυστικά στην Γερμανία ανθρώπους για να στρατολογήσουν εργάτες, ειδικά από τις περιοχές του Ανόβερου και του Μεκλεμβούργου, και να τους φέρουν στο Εδιμβούργο. Η πρώτη ομάδα έχει ήδη μεταφερθεί.
Ο σκοπός αυτής της εισαγωγής εργατών είναι ο ίδιος με την εισαγωγή Ινδών κούληδων στην Τζαμάικα, δηλαδή η διατήρηση της δουλείας. Αν οι εργοδότες του Εδιμβούργου πετύχουν, μέσω της εισαγωγής Γερμανών εργατών, να εξουδετερώσουν τις παραχωρήσεις που ήδη έχουν κάνει, αυτό θα έχει αναπόφευκτα τον αντίκτυπό του και στην Αγγλία.
Κι αυτοί που θα υποφέρουν περισσότερο θα είναι οι ίδιοι οι Γερμανοί εργάτες, που στην Μεγάλη Βρετανία είναι περισσότεροι από τους εργάτες των άλλων εθνών της Ηπειρωτικής Ευρώπης. Αυτοί οι ίδιοι οι νεο-εισαγόμενοι εργάτες, όντας τελείως αβοήθητοι σε μια ξένη χώρα, θα βυθιστούν σύντομα στο επίπεδο του παρία.
Είναι ζήτημα τιμής για τους Γερμανούς εργάτες να αποδείξουν στους εργάτες των υπόλοιπων χωρών ότι και αυτοί, όπως οι αδελφοί τους στην Γαλλία, στο Βέλγιο και στην Ελβετία, γνωρίζουν πως να υπερασπιστούν τα κοινά συμφέροντα της τάξης τους και δεν θα γίνουν μισθοφόροι του κεφαλαίου στον αγώνα του ενάντια στην εργατική τάξη..
Για λογαριασμό του Κεντρικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργατών
Καρλ Μαρξ,
Λονδίνο, 4 Μαΐου 1866
Πατάρι, Πέμπτη, 20 Αυγούστου 2009 (''Αντιρατσιστες'' παρτε Ενγκελς.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου